Τι κοινό έχουν η Apple και η Oracle;

BITDAILY, 8 APRIL 2015

Στις αρχές της δεκαετίας του 90, άνθισαν στην ελληνική αγορά οι υπολογιστές κατά παραγγελία. Οι Έλληνες συναρμολογητές συνδύαζαν διαφορετικά εξαρτήματα, προσπαθώντας να πετύχουν τις βέλτιστες επιδόσεις στις δοκιμές των περιοδικών πληροφορικής, γεγονός που εξασφάλιζε πωλήσεις ίσως και εκατοντάδων μονάδων. Τότε, τρεις μεγάλες ελληνικές εταιρείες αποφάσισαν να αλλάξουν τους όρους του παιχνιδιού και να συναρμολογήσουν υπολογιστές, οι οποίοι είχαν συγκεκριμένη σύνθεση και επέτρεπαν στον αγοραστή να κάνει περιορισμένες διαφοροποιήσεις. Τα συστήματα αυτά ήταν γνωστά ως “κλειστά” και δημιούργησαν αρκετές αντιδράσεις στους οπαδούς των “ανοιχτών” συστημάτων.

Πριν από 5 περίπου χρόνια, η Oracle έδωσε 7,4 δισεκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει τη Sun Microsystems, μια κίνηση που δεν πήρε και τα καλύτερα σχόλια από τους αναλυτές. Ωστόσο, ο Larry Ellison είχε κάτι στο νου του που μπορεί να μην το είχε συζητήσει με πολλούς, αλλά το συζητούσε συχνά με το φίλο του Steve Jobs. Το 2007 παρουσιάστηκε στις ΗΠΑ το πρώτο iPhone, το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο ορισμός του “κλειστού” συστήματος. Το υλικό και το λογισμικό της συσκευής είναι σχεδιασμένα για να συνεργάζονται, τουλάχιστον θεωρητικά, άψογα μεταξύ τους, αλλά σε αντίθεση με το λειτουργικό Android της Google, το iOSτης Apple δεν είναι διαθέσιμο σε άλλους κατασκευαστές.

Η φιλοσοφία ήταν ότι ένα σύστημα, του οποίου όλα τα στοιχεία έχουν σχεδιαστεί για να ταιριάζουν απόλυτα μεταξύ τους, θα είναι ταχύτερο και πιο αξιόπιστο, από κάποιο άλλο σύστημα, το οποίο προσπαθεί να ταιριάξει υλικά και λογισμικά διαφορετικών κατασκευαστών που το καθένα προσφέρει διαφορετική λειτουργία.

Η Oracle ακολούθησε τα βήματα της Apple και δημιούργησε ένα κουτί, το οποίο είχε μέσα τα πάντα, δηλαδή επεξεργαστές, μνήμες, αποθηκευτικούς χώρους, κάρτες δικτύωσης και φυσικά λογισμικό. Η Oracle ονόμασε αυτή την κατηγορία συστημάτων “engineered systems” και πριν λίγο καιρό παρουσίασε την πιο πρόσφατη σειρά, τοOracle X5. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στην παρουσίαση της νέας σειράς, ηOracle έχει ήδη διαθέσει στην αγορά 10.000 μονάδες και σύμφωνα με την Gartnerείναι η μόνη που το τρίτο οικονομικό τρίμηνο του 2014, είδε τα έσοδα της στη συγκεκριμένη κατηγορία να αυξάνονται κατά 2%, ενώ ανταγωνιστές, όπως η IBM και η HP είχαν λιγότερα έσοδα κατά 29% και 10% αντίστοιχα.

Πλέον, η Oracle θεωρεί πιο επικίνδυνο ανταγωνιστή τη Cisco, η οποία σε συνεργασία με την EMC, έχει μπει επίσης δυναμικά στην αγορά των engineered systems. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Oracle είναι το λογισμικό, δεδομένου ότι μετά από μια καταιγίδα εξαγορών τα τελευταία χρόνια, έχει πλέον στην κατοχή πολλές από τα πιο αναγνωρισμένες και ευρέως εγκατεστημένες επιχειρηματικές εφαρμογές.

Σύμφωνα με μια συνέντευξη που παραχώρησε ο John Fowler, executive vice president της Oracle και πρώην στέλεχος της Sun Microsystems, οι πρώτοι αγοραστέςengineered systems ήταν συνήθως εταιρείες που είχαν να επιλύσουν ένα δύσκολο πρόβλημα με απλό τρόπο. Πλέον, οι αγοραστές επιλέγουν τα συστήματα αυτά γιατί είναι και οικονομικότερα σε σχέση με άλλες εναλλακτικές.

Στόχος της εταιρείας είναι να μετατρέψει το data center, όσο αυτό είναι εφικτό, σε ένα χώρο που φιλοξενεί commodity συστήματα, τα οποία απλά μπαίνουν στην πρίζα και λειτουργούν.

Τα νούμερα δείχνουν ότι η αγορά αποδέχεται αυτή τη φιλοσοφία και είναι έτοιμη να θυσιάσει τις πολλαπλές επιλογές για να εξασφαλίσει τη βεβαιότητα μιας γρήγορης, αξιόπιστης και οικονομικής λύσης. Παράλληλα βέβαια δέχεται και τη εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή, ο οποίος ορίζει τα χαρακτηριστικά του συστήματος την τιμή αγοράς και το συμβόλαιο συντήρησης.

Γιάννης Μουρατίδης

Leave a Reply